Ιστορία - Δ' Περίοδος

Ευρετήριο Άρθρου

- Δ’ Περίοδος - 

Κασσανδρείας Ειρηναίος

Η Ιερά Μονή δε μπόρεσε να ξεπεράσει την οικονομική δυσπραγία και τις εξωτερικές διενέξεις. Ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ιωακείμ (9-1-1874 – 4-10-1878) έδειξε μεγάλο ενδιαφέρων και με διάφορους τρόπους προσπάθησε να βοηθήσει την Ιερά Μονή. Και από της Θεάσεως του Οικουμενικού Πατριάρχου (4-10-1878 - 30-3-1884) ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα και με διάφορα μέτρα προσπάθησε να επιλύση τα σοβαρά προβλήματα που απασχολούσαν την Ιερά Μονή. Κατά την περίοδο της δεύτερης Πατριαρχίας (25-5-1901 – 13-11-1912) ορίζει Έξαρχο και επόπτη τον Αδραμερίου Δωρόθεο, τον αντικατέστησε και ανέθεσε την επιτροπείαν στον Θεσσαλονίκης Αθανάσιο (21 Φεβρουαρίου 1902) με τριμελή επιτροπή από λαϊκούς τον Γάσκο Παπαγεωργίου, Τιμ. Μαυρουδή και Κωνσταντίνο Τάτη. Με το ίδιο Πατριαρχικό Γράμμα διατάχθηκε η αντικατάσταση του Ηγουμένου λόγω γήρατος και η απομάκρυνση τριών Πατέρων Ιερομονάχου Ναθαναήλ, του Ιεροδιακόνου Διονυσίου και του μοναχού Ανθίμου, επειδή προκαλούσαν σκάνδαλα με την διαγωγή τους και υπέβαλαν την διαίρεση στο Μοναστήρι. Κατά τα έτη 1902, 1904, 1906 το Πατριαρχείο και η Συνοδική επιτροπή των Σταυροπηγιακών Μονών ασχολούνται με το πολύ σοβαρό θέμα χρέους της Μονής. Το 1907 διατάχθηκε από το Πατριαρχείο να απομακρυνθεί από την Μητρόπολη του ο Κασσανδρείας Ιωάννης και να παραμείνει στην Ιερά Μονή λόγω των κατηγοριών των κατοίκων της Επαρχίας Κασσανδρείας. Τις κατηγορίες αυτές ορίστηκε να εξετάσει ο Βοδενών Στέφανος. Το ίδιο έτος το Πατριαρχείο αποφάσισε να συσταθεί επιτροπή με πρόεδρο τον Θεσσαλονίκης και τέσσερα λαϊκά μέλη δυο από τη Θεσσαλονίκη, ένα από τα Βασιλικά και ένα από την Γαλάτιστα, για να ελέγξει τα χρέη του Μοναστηριού. Στο Μοναστήρι δόθηκε άδεια να συνάψει δάνειο με το Μοναστήρι του Βατοπαιδίου, που θα εξοφλούνταν από τις προσόδους των δυο μετοχίων στα Κριτσανά και Καρβουνό. Οι πατέρες του Μοναστηριού θα συντηρούταν, όσο καιρό θα διαρκούσε το δάνειο, μόνο από τις άλλες προσόδους του. Οι προτάσεις αυτές εγκριθήκαν από την Σύνοδο και ο Πατριάρχης εξέθεσε τα μέτρα αυτά με γράμμα του (23 Μαΐου 1907) προς τον Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Αθανάσιο. Η επιτροπή που συγκροτήθηκε υπέβαλε στις 12 Ιουλίου 1907 μακροσκελή έκθεση, στην οποία διατύπωνε τις σκέψεις και τις αποφάσεις της. Στις 3 Αυγούστου του ιδίου έτους, απάντησε στην έκθεση αυτή η Πατριαρχική μοναστηριακή επιτροπή. Το ίδιο έτος 15 πατέρες του Μοναστηριού ενημέρωσαν τον Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης για την οικτρή κατάσταση, στην οποία βρισκόταν το Μοναστήρι τους και ζήτησαν να παυθεί ο Ηγούμενος Γερμανός και οι άμεσοι συνεργάτες του. Στις 19 Αυγούστου η πλειοψηφία των πατερών (20 τον αριθμό) με απόφαση τους καθαίρεσαν τον Ηγούμενο Γερμανό και τον σύμβουλο Ιεροδιάκονο Στέφανο, διορίσαν τετραμελή επιτροπή από τους πατέρες και ανακοίνωσαν την ενέργεια αυτή στο Πατριαρχείο και τη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης. Ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Αλέξανδρος αποδοκίμασε και κατέκρινε το κίνημα αυτό, εζήτησε από τον Νομάρχη να τιμωρηθούν οι στασιάτες και εγνωστοποίησε τούτο στο Πατριαρχείο. Έτσι ο Καϊμακάμης Πολυγύρου πήγε στο Μοναστήρι αποκατέστησε τον Ηγούμενο Γερμανό και συνέλαβε έξι πατέρες από τους πρωταίτιους και τους φυλάκισε στον Πολύγυρο για αρκετό χρόνο. Επίσης το Οικουμενικό Πατριαρχείο με γράμμα (31 Αυγούστου 1907) προς τον Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης και την επιτροπή από λαϊκούς προέτρεψε να συστήσουν στους κινηματίες μοναχούς να ζητήσουν συγνώμη και να συγχωρηθούν, εκτός από τους τρεις που είχαν τιμωρηθεί και πιο μπροστά και που τώρα έπρεπε να εγκαταλείψουν το Μοναστήρι και να μείνουν στο Άγιο Όρος μέχρι να αποφασισθεί διαφορετικά. Φαίνεται ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν ήταν ικανοποιημένο από τον τρόπο εποπτείας και την αποτελεσματικότητα του έργου του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Αλεξάνδρου και άρχισε να στρέφει την προσοχή του σε άλλο πρόσωπο, που θα μπορούσε να αναλάβει την επιστασία και διοίκηση του Μοναστηριού, ώστε να μπορέσει να το βγάλει από την δύσκολη οικονομική κατάσταση και την εσωτερική κρίση.

 

  • Εκκλησιαστική Σχολή Αγίας Αναστασίας

Οι ελπίδες του Πατριαρχείου αυτή τη φορά στηριχτήκαν στο δυναμικό και ικανότατο Μητροπολίτη Κασσανδρείας Ειρηναίο, που πιο μπροστά είχε δοκιμαστεί από την εκκλησία και ως σχολάρχης της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και ως Μητροπολίτης Μελενίκου αλλά και σε άλλες επίκαιρες θέσεις. Ο Ειρηναίος έπαυσε το Ηγουμενοσυμβούλιο, και κάλεσε από το Μοναστήρι του Ξενοφώντος το Γρηγόριο ως Ηγούμενο, διόρισε πενταμελή επιτροπή από πρόσωπα με εγνωσμένη τιμιότητα και απάλλαξε το Μοναστήρι από τα τρωκτικά και παράσιτα. Το πιττάκιο με το οποίο ο Πατριάρχης Ιωακείμ ο Γ’ ανέθεσε την Πατριαρχική εποπτεία στο Μητροπολίτη Κασσανδρείας Ειρηναίο φέρει ημερομηνία 28 Οκτωβρίου 1909. Η πενταμελής διαχειριστική επιτροπή, που πρότεινε με γράμμα προς τον Πατριάρχη στις 28 Φεβρουαρίου 1909 ο Ειρηναίος και διορίστηκε το Δεκέμβριο του 1909 από το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποτελούσαν τα εξής πρόσωπα: Δημήτριο Πανώρη από το Λιβάδι, Δημήτριο Τρακατέλη από το Βάβδο, Ιωάννη Δ. Τραγανό από τον Πολύγυρο, Κωνσταντίνο Κατάκαλο από την Γαλάτιστα και Νικόλαο Τσολάκη από τα Βασιλικά. Η επιτροπή αυτή κατόρθωσε μέσα σε μια δεκαετία να εξοφλήσει το χρέος του Μοναστηριού, που ήταν 12 χιλιάδες Λίρες, χωρίς τους τόκους των δανειστών. Ο Μητροπολίτης πρ. Λεοντοπόλεως Σωφρόνιος με λίγα λόγια περιγράφει το μεγάλο έργο του Ειρηναίου: Ούτος Παραλάβων αυτήν ελεεινόν οικονομικόν ερείπιον εν ζήλω υπερανθρώπω και προσπάθεια ειλικρινεί, άνευ ιδιοτελείας, εν θυσίαις πολλαίς και αγώσι και κόποις, εν αυταπαρνήσει ευαγγελική, προς έπαινον και δόξαν του Θεού αποδίδει αυτήν είς την Εκκλησίαν ακμαίαν οικονομικώς, ηθικώς ευρωστούσαν και ικανήν να χρησιμευσή ώς πρώτυπον πάσης Μονής. Ο Σωφρόνιος, σε άλλη περίπτωση, αναφέρει ότι ο Ειρηναίος όχι μόνο απάλλαξε το Μοναστήρι από το δυσβάσταχτο χρέος αλλά το 1918 παρουσίασε περίσσευμα 20.000 δραχμές, οι οποίες διατέθηκαν για την Ιερατική Σχολή, που Ιδρύθηκε στο Μοναστήρι. Ο ίδιος δε ο Μητροπολίτης Κασσανδρείας Ειρηναίος σε υπόμνημα του προς το Εκκλησιαστικό Αρχιερατικό Συμβούλιο λέγει ότι η Μονή δι’ απλής καλής διαχειρίσεως εντός επταετίας και του βάρους των δυσβάστακτων χρεών αυτής απηλλάγη και την κτηματικήν αυτής περιουσίαν εβελτίωσε και ήυξησε και εις τα ανάγκας των πατερών και αδελφών αυτής υπεραρκεί, είνε δε έτοιμη ίνα συντηρήση δια των ετησίων εισοδημάτων τέλειαν Ιερατικήν Σχολήν, ισοδυναμόν προς την γηραιάν, Ριζάρειον τοιάυτην. Η σχολή αυτή, αφού διευθετήθηκε ένα τμήμα του Μοναστηριού για τη στέγαση της, αφού βρέθηκε το κατάλληλο προσωπικό και μάλιστα κληρικός Διευθυντής και αφού εγγραφήκαν οι πρώτοι μαθητές, άρχισε τη λειτουργία της το σχολικό έτος 1910-1920 με αγιασμό που έγινε στις 16 Σεπτεμβρίου 1919. Ύστερα από δέκα περίπου χρόνια, με τις ενέργειες του ιδίου Ιεράρχη, κτίστηκε, με σχεδία που έκανε ο αρχιτέκτονας και γερουσιαστής Ξενοφών Παιονίδης, το όμορφο κτήριο με τη νοτιοανατολική πρόσοψη. Ο χώρος που βρίσκεται το κτήριο αυτό ήταν βράχος που ισοπεδώθηκε οι πέτρες που χρησιμοποιήθηκαν εξασφαλίστηκαν από την εκβράχυνση του οικοπέδου, την απαραίτητη ξυλεία την προμηθεύτηκαν από το δάσος του Μοναστηριού και μόνο τα Μάρμαρα των γωνιών αγοράστηκαν. Η ευεργετική παρουσία εις την Μακεδονία και την Χαλκιδική του Μεγάλου Πατριάρχου Ιωακείμ του Γ’ ως Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης και τον από Μελενίκου Ειρηναίου προσέφερε πολλές και ανεκτίμητες εθνικές και εκκλησιαστικές στο υπόδουλο Γένος των ευσεβών Ελλήνων. Ο Πατριάρχης, ως Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης εγνώριζε τα θέματα εκκλησιαστικά και εθνικά τα οποία ασφυκτικά επίεζαν το Ορθόδοξο Ελληνικό ποίμνιο και δια τον λόγο αυτό ο Πατριάρχης εξέλεξε και απέστειλε στην Μακεδονία άξιους Αρχιερείς από την Κωνσταντινούπολη δια να επανδρώσουν τις Μητροπόλεις της Μακεδονίας, όπως τον Δράμας Χρυσόστομο Καλαφάτη, μετέπειτα Σμύρνης και υπέρ της πίστεως και του Γένους μαρτυρήσας, τιμώμενος σήμερα ως άγιος υπό της Εκκλησίας, ο Γρεβενών Αιμιλιανός Λαζαρίδης τον οποίον δολοφόνησαν οι εξαρχικοί, ο Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης, ο Σερβίων και Κοζάνης Ιωακείμ Αποστολίδης και ο πολύς Κασσανδρείας Ειρηναίος ο από Μελενίκου. Ο Ειρηναίος αν και θα μπορούσε να διατηρήσει την Θέση του καθηγητού ή του Σχολάρχου της Ι. Θεολογικής Σχολής της Χάλκης και να παραμείνει εις την Κωνσταντινούπολη, κοντά στον Πατριάρχη και την Ιερά Σύνοδο, προτίμησε να έλθει στην ταπεινή επαρχία Κασσανδρείας και να υπηρετήση εύορκος και θυσιαστικώς την εκκλησίαν και το Γένος. Την εποχή αυτή η Χαλκιδική είχε την ευλογία να ποιμένεται από δυο εξέχουσες προσωπικότητες τον Ειρηναίο και τον Ιρερισσού Σωκράτη Σταυρίδη τον σοφό Ιεράρχη εκλογή και αυτή του Πατριάρχου Ιωακείμ του Γ’. Ο Πατριάρχης ως Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης επιχείρησε να ιδρύσει Εκκλησιαστική Σχολή στην Ιερά Μονή Βλατάδων, πλήν όμως η Δημογεροντία δεν ενέκρινε την πρόταση του διά την ίδρυση Εκκλησιαστικής Σχολής. Αργότερα ως Οικουμενικός Πατριάρχης επαναφέρει το θέμα και με συνεργό και εκτελεστή της Πατριαρχικής αυτής επιθυμίας τον Κασσανδρείας Ειρηναίο ιδρύει την Εκκλησιαστική Σχολή της Αγίας Αναστασίας. Όταν ο Πατριάρχης με Πατριαρχικό Γράμμα ανέθεσε εξαρχικώς την εποπτείαν της Μονής εις τον Ειρηναίο ο τελευταίος απεδέχθει την εντολήν και πολύ δύσκολη αποστολή με τον όρο ότι όταν το χρέος εξοφληθεί και η Μονή απαλλαγή από το βάρος αυτό τότε, ζητούσε από τον Πατριάρχη, να του επιτρέψει να ιδρύσει Εκκλησιαστική Σχολή στο Μοναστήρι. Πράγμα το οποίο έπραξε και το 1918 με Βασιλικό Διάταγμα το οποίο υπογράφει ο Βασιλέυς Αλέξανδρος. Η Σχολή το πρώτο έτος λειτουργίας της είναι το 1919 και τον Σεπτέμβριο γίνεται ο πρώτος αγιασμός δια την έναρξη της σχολικής χρονιάς. Κορυφαίες προσωπικότητες εδίδαξαν εις την Σχολήν μας, τα πρώτα χρόνια και ο Μητροπολίτης Ειρηναίος εδίδαξε και παρέμενε στο Μοναστήρι για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το 1919 η Μονή είχε 25 μοναχούς, οι οποίοι σιγά σιγά εγκατέλειψαν το Μοναστήρι διότι τα κελιά του χρησιμοποιήθηκαν δια την στέγαση της Σχολής, των καθηγητών, των μαθητών και του βοηθητικού προσωπικού. Από την Μονή έφυγε η συνοδεία των Δανιηλαίων για το Άγιον Όρος όπου εγκαταστάθηκαν. Με κεφάλαιο 20.000 δρχ το πρώτο πλεόνασμα, μετά την εξόφληση του χρέους, άρχισε να σχεδιάζει την ανοικοδόμηση ενός κτηρίου δια την στέγαση των μαθητών. Με σύμβουλο τον αρχιτέκτονα Ξενοφώντα Παιονίδη, μαζί με τον οποίο εις την Εκκλησιαστική περιφέρεια Μητροπόλεως Κασσανδρείας έκτισε 20 σχολεία πολλά εκ των οποίων σώζονται μέχρι σήμερα και αποτελούν κοσμήματα αρχιτεκτονικής ομορφιάς. Ανήγειρε 16 Ναούς και επισκεύασε άλλους 21 τα 38 χρόνια της Εκκλησιαστικής του διακονίας εις την Μητρόπολη Κασσανδρείας. Ο Ειρηναίος γεννήθηκε στην Νήσο Χάλκη και σπούδασε στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης, βαθιά ποτισμένος με τις αναμνήσεις και την ευγνωμοσύνη του προς την Τροφό Θεολογική Σχολή μετέφερε και στη Αγία Αναστασία δια του Ξεν. Παιονίδη την αρχιτεκτονική μορφή του κτηριακού συγκροτήματος της Θεολογικής σχολής.

 

  • Εθνική και εκπαιδευτική προσφορά εις την Χαλκιδική Μακεδονία και ολόκληρη την Ελλάδα 

Η Εκκλησιαστική σχολή λειτούργησε από το 1919 εως το 1971. Εδίδαξαν στην σχολή κορυφαίοι καθηγηταί, πολλοί εξ ΄ αυτών προήχθησαν και στις Θεολογικές σχολές Θεσσαλονίκης και Αθηνών εξέχουσες προσωπικότητες διετέλεσαν Σχολάρχες, με πρώτο τον Κασσανδρείας Ειρηναίο, τον Εμμανουήλ Καρπάθιο μετέπειτα Μητροπολίτη Κώου, τον Αρχιμανδρίτη Κύριλλο Λαμπριανίδη και Αθανάσιο Παντοκρατορινό τους Αβέρκιο Παπαδόπουλο και Πολύκαρπο Θεοδώρου και άλλους αξιόλογους Κληρικούς και Λαϊκούς. Την τροφοδοσία μαθητών Καθηγητών και προσωπικού, μισθοδοσία προσωπικού και τα τελευταία χρόνια και Καθηγητών ικανοποιούσε η Ιερά Μονή κατά τα 52 χρόνια της λειτουργίας της Σχολής. Στην Σχολή εφοίτησαν παιδιά από την Χαλκιδική Μακεδονία και ολόκληρη την Ελλάδα, Ζάκυνθο Καλαμάτα, ‘Ήπειρο, Θεσσαλία. Οι απόφοιτοι εκόσμησαν και κοσμούν την Ιεραρχία του Οικουμενικού Πατριαρχείου της Εκκλησίας της Ελλάδος τα Πανεπιστήμια της Θεσσαλονίκης των Αθηνών της Θεσσαλίας, το δικαστικό σώμα την μέση εκπαίδευση και άλλους τομείς της Ελληνικής κοινωνίας. Οι Αγιαναστασίτες πάντοτε με ευγνωμοσύνη στρέφουν το βλέμμα τους προς την Τροφό Μονή και Σχολή δι’ όσα από την μαθητική τους ζωή έμαθαν και δια το ήθος που εδιδάχθεισαν με την συναναστροφή τους με τους Πατέρες της Μονής και τους Καθηγητές τους και Σχολάρχες Κληρικούς και λαϊκούς. Τώρα μετά από τις δραστηριότητες του Συλλόγου των αποφοίτων κρατούν άσβεστη την φλόγα των αναμνήσεων και αναβιώνουν πάντοτε αυτές κατά τις συναντήσεις εις την Ιερά Μονή και εις άλλες εκδηλώσεις. Συνδετικός κρίκος είναι το περιοδικό του Συλλόγου και η Χορωδία των Αποφοίτων της Εκκλησιαστικής Σχολής της Αγίας Μεγαλομάρτυρος Αναστασίας της Φαρμακολυτρίας.

Θα πρέπει να ξέρεις

Ήταν Κυριακή του Θωμά 23 Απριλίου του 2012, ξημερώματα Δευτέρας... Άγνωστοι μπήκαν στο μοναστήρι της Αγίας Αναστασίας αφού διέρρηξαν πέντε πόρτες σπάζοντας 15 κλειδαριές. Το πρωί οι πατέρες έντρομοι διαπίστωσαν ότι οι δράστες είχαν πάρει την Τιμία Κάρα της Αγίας και μία Λειψανοθήκη που περιείχε το δεξί πόδι της. Αφαίρεσαν ακόμη δύο λειψανοθήκες που περιείχαν Ιερά Λείψανα της Αγίας Αναστασίας, του Αγίου Μοδέστου και της Αγίας Παρασκευής. Άρπαξαν επίσης έναν σταυρό ευλογίας που βρισκόταν πάνω στην Αγία Τράπεζα και έσπασαν το παγκάρι, παίρνοντας όσα χρήματα περιείχε. Το συγκεκριμένο συμβάν δεν αποτελεί κλοπή αλλά απαγωγή. Τα Ιερά Λείψανα για εμάς έχουν ζωή, είναι ζωντανά!

Από την ημέρα της αρπαγής τους το μοναστήρι βρίσκεται σε βαθύ πένθος. Η απώλεια είναι τεράστια, η θρησκευτική αξία ανεκτίμητη. Παρακαλούμε τους ανθρώπους που τα έχουν να τα επιστρέψουν εδώ όπου ανήκουν.